Προσφυγικό: Μια «βόμβα» στα θεμέλια του οικοδομήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Leave a Comment


Ήταν μόλις το τρίτο εξάμηνο της Νομικής, όταν ήρθαμε σε πρώτη επαφή με το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τότε μάθαμε για πρώτη φορά τα όργανα της Ένωσης, τους τρόπους λήψης αποφάσεων και όλο το σύστημα δικαίου που διέπει τη λειτουργία της. Χρόνια αργότερα και παρακολουθώντας την παρούσα κατάσταση και τις  σπασμωδικές, πολλές φορές, κινήσεις των κρατών μελών για την αντιμετώπιση του προσφυγικού ανακαλώ στη μνήμη μου αυτό, που στην πρώτη ανάγνωση στο τότε σύγγραμμα του Δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση.

Στο σύγγραμμα, λοιπόν, παρουσιαζόταν η Ευρωπαϊκή Ένωση ως μια συμπαγής πολιτική και οικονομική δύναμη όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο με τεράστιο πληθυσμό, με μια τεράστια αγορά, μια από τις μεγαλύτερες του πλανήτη και ένα εκ των ισχυρότερων διεθνών νομισμάτων, το ευρώ. Ωστόσο, αναφερόταν πως τα προβλήματα που αντιμετωπίζει  η Ένωση είναι, αναμφίβολα,  πολλά και κρίσιμα και οι δυσκολίες που θα προέκυπταν από τη διεύρυνσή της με χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης θα καθιστούσαν επιτακτική ανάγκη τις θεσμικές προσαρμογές και την εν γένει μεταρρύθμισης της Ένωσης ώστε να μη διαλυθεί εξ’ ων συνετέθη και να ανταποκριθεί στη μορφή που θα λάβει η τελική ενοποίηση της. Κι αν τότε ακουγόταν υπερβολική η οποιαδήποτε αναφορά σε διάλυση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, σήμερα ακούγεται όλο και συχνότερα και η διάλυση μοιάζει σαν ένα όνειρο κακό που δε θέλουμε να βγει αληθινό.

Αναμφίβολα μια προσπάθεια μεταρρύθμισης έγινε με την υπογραφή της Συνθήκης της Λισσαβόνας στη Σύνοδο Κορυφής στη Λισσαβόνα στις 13 Δεκεμβρίου 2007, στην οποία μετείχαν οι πολιτικοί αρχηγοί και οι υπουργοί εξωτερικών των κρατών μελών της ΕΕ. Η Συνθήκη της Λισσαβόνας είναι γνωστή και ως Μεταρρυθμιστική Συνθήκη μιας και τροποποιεί τις ιδρυτικές συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήτοι τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Στην εν λόγω συνθήκη αναμορφώνονται και οι τρεις πυλώνες, οι τρεις τομείς πολιτικής, στους οποίους παρεμβαίνει σε διαφορετικό βαθμό και με διαφορετικούς τρόπους, πάνω στους οποίους βασιζόταν η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε συνδυασμό βέβαια με την αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών μελών και την εκούσια ισότιμη συμμετοχή τους. Ως εκ τούτου, στους αρχικούς τομείς πολιτικής, που αφορούσαν τις ευρωπαϊκές κοινότητες, την εσωτερική κοινή αγορά, την παιδεία, τον πολιτισμό και την πολιτική ασύλου (πρώτος πυλώνας), την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας (δεύτερος πυλώνας) και την αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε αστυνομικές υποθέσεις (τρίτος πυλώνας), αλλάζουν οι αρμοδιότητες της ΕΕ. Αποκτά, λοιπόν αποκλειστική αρμοδιότητα θέσπισης ρυθμίσεων σε ό,τι αφορά την νομισματική και εμπορική πολιτική, τους κανόνες ανταγωνισμού και τα συναφή θέματα. Σε θέματα εσωτερικής αγοράς, κοινωνικής πολιτικής, ενέργειας και ασφάλειας και δικαιοσύνης η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη μοιράζονται την αρμοδιότητα νομοθεσίας (συντρέχουσα αρμοδιότητα της ΕΕ). Τέλος, στον τομέα της παιδείας, του πολιτισμού ,του τουρισμού, της πολιτικής προστασίας και της διοικητικής συνεργασίας η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υποστηρικτική αρμοδιότητα, καθώς έχει δικαίωμα να υποστηρίξει, να συντονίσει ή να συμπληρώσει τις πράξεις των κρατών μελών. Ως εκ τούτου λοιπόν συμπεραίνουμε ότι πέρα από την εισαγωγή θεσμικών καινοτομιών, που δε θα αναλύσουμε στο παρόν άρθρο, η Συνθήκη της Λισσαβόνας ήταν η παραδοχή εκ μέρους των κρατών μελών, που την υπέγραψαν, ότι πρέπει να ανταποκριθούν στις ανάγκες της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης ώστε να παραμείνει μια μεγάλη δύναμη, ένας «αντίπαλος», θα λέγαμε, της δύναμης των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.

Από τότε όμως φτάνουμε στο σήμερα και στην πραγματικότητα που διαμορφώνεται μετά από πολλά χρόνια οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη. Πολλά κράτη βγήκαν ματωμένα από την οικονομική κρίση και τις πολιτικές λιτότητας, άλλα προσπαθούν να ξεφύγουν από την κρίση, οι ευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις βρίσκονται μπροστά σε νέα δεδομένα, νέες πολιτικές δυνάμεις αναδύονται λόγω της κρίσης και όλοι είναι αμήχανοι. Πριν προλάβει, όμως, να ξαναβρεί η Ευρώπη το βηματισμό της και να ανακτήσει όση δύναμη έχασε λόγω κρίσης βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα πρόβλημα που την επηρεάζει αλλά η αιτία του είναι στη Συρία, το προσφυγικό.

Η γεωπολιτική κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής είναι γνωστή αλλά τελευταία με την εξάπλωση του ISIS η κρίση στη Συρία οξύνθηκε. Οι αντιμαχόμενες πλευρές, που λαμβάνουν μέρος σε αυτό τον εμφύλιο πόλεμο, υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ, τη Σαουδική Αραβία, την Τουρκία και τη Ρωσία με αποτέλεσμα όχι μόνο την εξάπλωση του ISIS και την καταστροφή πόλεων και μνημείων παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά κυρίως εκατοντάδες χιλιάδες προσφύγων.

Εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπων, ανάμεσά τους πολλά νήπια και βρέφη, προσπαθούν λοιπόν τους τελευταίους μήνες, με όποιο μέσο μπορούν και με κίνδυνο της ζωής τους, να περάσουν τα σύνορα και να κατευθυνθούν σε χώρες τις κεντρικής Ευρώπης προς αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής μακριά από τον πόλεμο. Οι πρώτες χώρες υποδοχής είναι οι χώρες της νότιας Ευρώπης όπως η Ελλάδα και η Ιταλία. Δεν είναι άλλωστε, λίγες οι εικόνες που έχουμε δει εικόνες και δημοσιογραφικά ρεπορτάζ με εκατοντάδες πρόσφυγες να βρίσκονται σε φουσκωτές βάρκες ή να παλεύουν να βγουν από τη θάλασσα ή να περισυλλεχθούν από διασώστες σε κάποιο από τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Και δεν είναι λίγες και οι φορές που έχουμε δει μικρά παιδιά να περισυλλέγονται νεκρά από διασώστες ή ανθρώπους του λιμενικού στα παράλια των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, με τους περισσότερους από εμάς να είμαστε σοκαρισμένοι με αυτές τις εικόνες αλλά και με το μέγεθος του κακού που προξενεί ο πόλεμος και δη πόλεμος στον 21ο αιώνα.

Τα κύματα προσφύγων, λοιπόν, ολοένα και αυξάνονται καθώς οι καιρικές συνθήκες πλέον είναι πιο ευνοϊκές σε σχέση με το χειμώνα. Οι ευρωπαϊκές χώρες αρχικά δεν είχαν ασχοληθεί ένθερμα με το ζήτημα του προσφυγικού, καθώς είτε υποτίμησαν το πρόβλημα και θεώρησαν ότι μετά το καλοκαίρι θα σταματήσουν οι ροές προς την Ευρώπη είτε πίστευαν ότι οι πρώτες χώρες υποδοχής της νότιας Ευρώπης πρέπει να ασχοληθούν με το ζήτημα και είναι θέμα που άπτεται της εσωτερικής πολιτικής τους.



Πολύτιμος χρόνος χάθηκε, λοιπόν, και δεν υπήρξαν οι ανάλογες πρωτοβουλίες από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέχρι πρότινος που οι προσφυγικές ροές αυξήθηκαν και ένας μεγάλος αριθμός προσφύγων κατευθύνεται προς τις χώρες της κεντρικής Ευρώπης.Tις προηγούμενες μέρες, άλλωστε, συγκλήθηκε Συμβούλιο των Υπουργών Εσωτερικών στις Βρυξέλλες  με κύριο θέμα στην ημερήσια ατζέντα το προσφυγικό και την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος.

Κανείς, βέβαια, δεν μπορεί να παραβλέψει και ενέργειες κρατών όπως η Αυστρία, που συγκάλεσε στη Βιέννη κοινή σύσκεψη με 9 βαλκανικά κράτη, μερικά από τα οποία είναι κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως η Σλοβενία, η Κροατία και η Βουλγαρία και άλλα κράτη μη μέλη όπως η Αλβανία, η Βοσνία, το Κόσσοβο, το Μαυροβούνιο, η ΠΓΔΜ και η Σερβία, που δυναμιτίζουν τις προσπάθειες για κοινή πολιτική όλων των κρατών μελών της ΕΕ. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, άλλωστε, πως η Αυστρία είναι η πρώτη χώρα, κράτος μέλος της ΕΕ, που εκφράστηκε και πρότεινε σκληρές λύσεις για το προσφυγικό, μεταξύ των οποίων και το κλείσιμο των νοτιοανατολικών συνόρων της Ευρώπης, μετατρέποντας έτσι  τις χώρες της νότιας Ευρώπης, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, σε «αποθήκες ψυχών», όπως χαρακτηριστικά θα λέγαμε.

Επιπλέον, στη Σύνοδο Κορυφής που προηγήθηκε της ανωτέρω σύσκεψης, με θέμα το προσφυγικό αναδείχθηκαν οι αντικρουόμενες πολιτικές των ευρωπαίων ηγετών για την αντιμετώπισή του και δεν υπήρξε ομόφωνη απόφαση στο τέλος της Συνόδου. Παράλληλα, κατόπιν σύσκεψης των χωρών μελών του Βορειοατλαντικού Συμφώνου, επιδιώχθηκε η συνδρομή πλοίων του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο, τα οποία θα συνεπικουρούν τις δυνάμεις της FRONTEX και τις ακτοφυλακές Ελλάδας και Τουρκίας στη διαχείριση της κρίσης. Για μια ακόμη φορά, ωστόσο,  υπήρξε σχεδόν σύμφωνη γνώμη ενάντια στη λανθασμένη πολιτική που προτείνει η Αυστρία, όπως η ανωτέρω αναφερθείσα και ο περιορισμός των αιτήσεων για άσυλο σε ένα ανώτατο όριο 80 αιτήσεων ανά ημέρα. Μάλιστα, πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες εξέφρασαν την ανησυχία τους πως το όλο ζήτημα αν ακολουθηθεί η πολιτική που προτείνει η Αυστρία θα οδηγήσει σε μια πιθανή ανθρωπιστική καταστροφή στα νοτιοανατολικά σύνορα της Ευρώπης. Είναι, άλλωστε, γνωστό τοις πάσι ότι η Αυστρία κατηγορείται, τελευταίως, ότι παραβιάζει τους διεθνείς νόμους, μεταξύ των οποίων και η Συνθήκη της Γενεύης για τους πρόσφυγες, βάζοντας νέες αμφισβητήσεις στους ήδη οριακά εφαρμοζόμενους κανόνες για το άσυλο.

Πολλοί είναι εκείνοι βεβαίως που θα επικροτήσουν τις θέσεις της Αυστρίας και θα αναρωτηθούν το λόγο για τον οποίο οι πρόσφυγες επιλέγουν την Ευρώπη και όχι γειτονικές του χώρες, όπως η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία για τη μετεγκατάστασή τους. Οι λόγοι για τους οποίους δεν επιλέγονται γειτονικές χώρες για τη μετεγκατάσταση των προσφύγων προφανώς έχουν να κάνουν με τη διαφορετική θρησκεία μερίδας προσφύγων από την επικρατούσα θρησκεία των γειτονικών τους χωρών αλλά και το γεγονός ότι πολλοί από τους πρόσφυγες είναι κουρδικής καταγωγής, πράγμα που σημαίνει ότι είναι ανεπιθύμητοι σε χώρες όπως η Τουρκία λόγω της πολιτικής κατάστασης που επικρατεί στη χώρα σε σχέση με τους Κούρδους. Από την άλλη πλευρά, οι θέσεις της Αυστρίας αλλά και των υπόλοιπων εννέα βαλκανικών κρατών είναι κάθε άλλο παρά σύμφωνες με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καθώς και με τη Συνθήκη της Γενεύης (1951) και του πρόσθετου Πρωτοκόλλου (1967) για τους πρόσφυγες και την προστασία τους. Εξάλλου, δεν πρέπει να λησμονούμε πως μεγάλος αριθμός ανθρώπων προερχόμενος από τα βαλκανικά αυτά κράτη, που εκφράζουν τέτοιες ακραίες  απόψεις, κατευθύνθηκε προς τη χώρα μας αλλά και προς χώρες της κεντρικής Ευρώπης προς αναζήτηση καλύτερων συνθηκών ζωής όπως οι πρόσφυγες. Στη χώρα μας, άλλωστε γνωρίζουμε σε μεγάλο βαθμό, λόγω της μικρασιατικής καταστροφής, τι εστί να είσαι πρόσφυγας και να αναγκάζεσαι να φεύγεις από τη ζωή που είχες δημιουργήσει και να προσπαθείς να ορθοποδήσεις από το μηδέν.

Συνοψίζοντας τα ανωτέρω αναφερθέντα και παρακολουθώντας τις εξελίξεις πάνω στο ζήτημα το μόνο που μπορεί να λεχθεί είναι ότι αναμφίβολα το προσφυγικό επιτάσσει συντονισμένη πολιτική και δράση μεταξύ των κρατών μελών και σεβασμός στους ήδη ψηφισμένους νόμους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα αντανακλαστικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν αργά αλλά η ανάληψη της ευθύνης από κάθε χώρα στο βαθμό που της αναλογεί καθώς και η κοινή προσπάθεια για την αντιμετώπιση του προβλήματος και των προκλήσεων που αναδύονται από αυτό το πρόβλημα ουσιαστικά συμβάλλουν στην διάσωση της Σένγκεν και στη διάσωση του οικοδομήματος της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το προσφυγικό, επομένως, θέτει σε κίνδυνο την ενότητα της Ένωσης και ,κυρίως, ανθρώπινες ζωές που φεύγουν από τη φρικαλεότητα του πολέμου με την ελπίδα μιας καλύτερης ζωής. Η επίλυση του προσφυγικού θα αποτελέσει και μια ελπίδα για την αναγέννηση της Ένωσης και τον επαναπροσδιορισμό των αξιών και των αρχών στις οποίες στηρίζεται. Οι λύσεις, λοιπόν, δεν απαιτούν μοναχικές πρωτοβουλίες και περιθωριοποίηση κρατών αλλά συνεργασία για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα τόσο για τους πρόσφυγες όσο και για την ίδια την Ευρώπη και ολόκληρο τον κόσμο.

Πετρούλα Μανδηλαρά,

Δικηγόρος Αθηνών

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *